Συνεντεύξεις από παλιές επιχειρήσεις του Ξυλοκάστρου

1. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ  ΚΟΥΚΟΥΜΕΛΗ ( Τζάμια - Φαναρτζίδικο)

Η επιχείρηση αυτή ξεκίνησε απ’το 1905 και είναι ένα από τα 10 παλιότερα μαγαζιά του Ξυλοκάστρου, σήμερα ανήκει στον κ. Κ.Κ.. Η επιχείρηση ήταν όπως τώρα ως προς το είδος, ο χώρος όμως στέγασης έχει αλλάξει πολλές φορές. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται είναι ψαλίδια , σφυριά και άλλα παρόμοια αντικείμενα. Τα χρήματα παλιότερα εισπράττονταν με μετρητά , επιταγές και βερεσέ, για τους ντόπιους αν χρειαζόταν. Η εργασία που έκαναν τόσο παλιότερα όσο και τώρα είναι υδραυλικά και τζάμια. Ο πατέρας του σημερινού ιδιοκτήτη ήταν φανοποιός και ο ίδιος σήμερα είναι υδραυλικός αλλά ασχολείται και με άλλες εργασίες της επιχείρησης. Ο ιδιοκτήτης εργάζεται, όπως μας είπε, 8 ώρες κάθε μέρα. Η πελατεία, όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης , είναι περισσότερη τώρα απ’ ότι παλιότερα, λόγω του ότι τότε ήταν μόνο αγρότες ενώ τώρα είναι και ξένοι τουρίστες. Τα τελευταία 40 χρόνια η επιχείρηση δεν έχει αλλάξει. Παλιότερα, ο  πατέρας του σημερινού ιδιοκτήτη φορούσε κάποια ειδική φόρμα κάτι που ο ιδιοκτήτης σήμερα δεν κάνει. Όπως τότε έτσι και τώρα είναι ασφαλισμένοι στο ΤΕΒΕ{Ταμείο Εμπόρων Βιοτεχνών Ελλάδος}. Η επιχείρηση παλιότερα, όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης, ήταν περισσότερο κερδοφόρα μιας και τα έξοδα ήταν πολύ λιγότερα, όμως υπήρχαν και τότε σκαμπανεβάσματα. Η επιχείρηση αυτή κατέληξε στον σημερινό της ιδιοκτήτη απ’ τον παππού του στον πατέρα του και από εκείνον στον ίδιο. Ο ιδιοκτήτης θέλει να κρατήσει την επιχείρηση αυτή. Η επιχείρηση άλλαξε και εξελίχθηκε από τότε που ανήκει στον ιδιοκτήτη. Οι ντόπιοι πελάτες δεν έχουν αλλάξει οι ξένοι όμως πάντα θέλουν κάτι άλλο…

 

Ευχαριστούμε τους κ. κ. Κωνσταντίνο Κουκουμέλη και Σταμάτη Νίκολη για τις πληροφορίες που μας έδωσαν

Δημήτρης Καρούνης
     Βασίλης Θεοδωρόπουλος
     Αναστασία Σκανδάλη

 

2. Κατάστημα πώλησης παπουτσιών – Μεντζελόπουλου

    Το μαγαζί άνοιξε το 1935 και ανήκε στον πατέρα του σημερινού ιδιοκτήτη ήταν δε φτιαγμένο με πλίθες. Για βιτρίνες είχε παράθυρα. Όταν έμπαινε κανείς μέσα συναντούσε διαδρόμους που οδηγούσαν στα ράφια με τα παπούτσια. Τα παπούτσια ήταν χειροποίητα και μερικά τα αγόραζαν από τη  Σπάρτη. Τα  όργανα που χρησιμοποιούσαν ήταν οι μηχανές και τα αμόνια.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν αποδείξεις και ταμειακές μηχανές όπως σήμερα.Οι άνθρωποι δεν είχαν πολλά χρήματα και ψώνιζαν συνήθως « βερεσέ» Πολλές φορές αγόραζαν ανταλλάσσοντας με διάφορα άλλα είδη, όπως παπούτσια με σταφίδες.Τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά όλη την εβδομάδα και την Κυριακή μετά την εκκλησία.
Το μαγαζί είχε αρκετή πελατεία γιατί εκείνη την εποχή τα μαγαζιά γενικά, ήταν λίγα. Περισσότερη κίνηση είχε στις γιορτές και το καλοκαίρι γιατί υπήρχε τότε η «κατασκήνωση του Τυπάλδου» και υπήρχαν πολλοί τουρίστες.
Δεν χρειαζόταν να φορούν ιδιαίτερη στολή οι καταστηματάρχες για να κάνουν αυτή τη δουλειά.
Ήταν ασφαλισμένοι και τότε στο Ταμείο Εμπόρων.
Η επιχείρηση είχε αρκετά έσοδα, αφού ο πατέρας συντηρούσε μια επταμελή οικογένεια, σπούδασε δυο παιδιά και προίκισε  και πάντρεψε δυο κόρες.
Το 1925 μετά την καταστροφή της Σμύρνης και μέχρι το ’40 τα παπούτσια τα έφτιαχνε μόνος του. Μετά το ’40 τα έπαιρνε έτοιμα. Το μαγαζί σταμάτησε να δουλεύει από το ’41 μέχρι το ’44 λόγω του πολέμου με τους Γερμανούς.

Ο σημερινός ιδιοκτήτης κληρονόμησε την επιχείρηση από τον πατέρα του. Του άρεσε από τότε που ήταν μικρός, αυτή η δουλειά. Όταν ανέλαβε την επιχείρηση έκανε κάποιες αλλαγές όπως: αντικατέστησε τα παράθυρα με τζαμαρίες και άρχισε να παραγγέλνει τα παπούτσια.
Ο συγκεκριμένος κύριος σημειώνει ότι σήμερα οι πελάτες είναι απαιτητικοί γιατί έχουν να διαλέξουν ανάμεσα σε πάρα πολλά είδη. Παλιά είχαν να διαλέξουν ανάμεσα  σε δυο είδη παντόφλες, τέσσερα είδη γόβες και πάνινα, κάτι σαν τα σημερινά “all star”.

Βασίλης Θεοδωρόπουλος
     Δημήτρης Καρούνης
     Αναστασία Σκανδάλη  

Πίσω στα περιεχόμενα